-
1 διασωζω
реже med.1) спасать(τέν πόλιν Eur.; τὰς νέας Her.; τινὰ κινδυνεύοντα Plut.)
, благополучно выводить(τινὰ ἐκ κινδύνων Isocr. и ἐξ ἀπορίας Plat.)
διασωθῆναι εἰς Συρακούσας Plut. — благополучно добраться в Сиракузы;ἄξιος ἐπιμεληθῆναι ὅπως διασωθῇ Xen. — заслуживающий того, чтобы позаботиться о нем и спасти его2) сохранять, хранить(τέν πίστιν τινί Xen.; τέν δόξαν Lys.; τὰ παλαιά Isocr.; τοὺς παλαιοὺς κλήρους Arst.)
δ. τὸν εἰκότα μῦθον Plat. — сохранить правдоподобность рассказа3) приберегать4) хранить в памяти, блюсти(τὰ πατρῷα στρατηγήματα Xen.)
5) препровождать под охраной(τινὰ πρός τινα NT.)
-
2 περι-ΐστημι
περι-ΐστημι (s. ἵστημι), 1) act., herumstellen, herumsetzen, um Etwas, λαβὼν αὐτὸ περιέστησε τῷ πλασϑέντι ζῴῳ, Plat. Tim. 78 c; στρατὸν περὶ πόλιν, Xen. Cyr. 7, 5, 1; μεγίστους κινδύνους περιέστησε Καρχηδονίοις, Pol. 12, 15, 7; περιστήσας αὐτοῖς τὰ ϑηρία, 1, 85, 7; πόλεμον πανταχόϑεν, 2, 45, 4; auch zum Schutz, Plut.; so auch aor. I. med., ξυστοφόρους, Xen. Cyr. 7, 5, 41; – umsetzen, verändern, ἐκ τούτων εἰς τοῠτο τὰ πράγματα περιιστάναι, Isocr. 15, 120; τὰς αὑτῶν συμφορὰς εἰς ἐμέ, Dem. 40, 20; εἰς μοναρχίαν περιστῆσαι τὸ πολίτευμα, Pol. 3, 8, 2; τοῠ κεραυνοῠ τὴν ἀσϑένειαν εἰς πρηστῆρα περιΐστησιν, Plut. plac. phil. 3, 3; περιέστησεν ἡ μνήμη τὸν λόγον εἰς ζήτησιν αἰτίας, Sympos. 5, 1 u. ä.; dazu perf. περιέστακα, Plut. Ax. 370 d. – 2) med. u. intr. tempp., sich rings herum stellen, herumtreten, -stehen; περίστησαν γὰρ ἑταῖροι, Il. 4, 532; μήπως με περιστήωσ' ἕνα πολλοί, 17, 95, damit so Viele sich nicht um imich Einen herumstellen, mich umzingeln; vgl. εἴπερ πεντήκοντα λόχοι νῶϊ περισταῖεν, Od. 20, 50; umgeben, rings umstehen, πολλὸς δ' ἱμερόεντα χορὸν περιΐσταϑ' ὅμιλος, Il. 18, 603, wie βοῦν δὲ περιστήσαντο, sie stellten sich um das Rind, 2, 410; u. aor. pass., κῠμα περιστάϑη, Od. 11, 243, eine Woge wurde herumgestellt; ὑμεῖς δὲ βωμὸν – περίστητε, Aesch. frg. 434; περιστᾶσαι κύκλῳ, Eur. Bacch. 1104; u. so in Prosa: περιστᾶσαι αὐτὸ κύκλῳ, Her. 1, 43; ὡς κύκλῳ περιστὰς βίᾳ αἱρήσων τὴν πόλιν, Thuc. 5, 7; ὑπὸ τοῦ περιεστῶτος ἔξωϑεν πνεύματος, Plat. Tim. 76 b; πολὺς ὑμᾶς ὄχλος περιειστήκει, Euthyd. 271 a; καὶ οἱ ἄλλοι περιέστησαν ἡμᾶς, 206 e; περιίστασϑαι τὸν λόφον, umzingeln, Xen. Cyr. 3, 1, 5; dah. von Zuständen, bes. unglücklichen, die Einen bedrohen, oder in die er gerathen ist, so daß sie ihn rings umgeben, φόβος περιέστη τὴν Σπάρτην, Thuc. 3, 55; τὸ περιεστὸς ἡμᾶς δεινόν, 4, 10, u. sonst; auch τοὐναντίον περιέστη αὐτῷ, 6, 24. So Pol., μεγάλην αὐτοῖς συνέβη ἀπορίαν περιστῆναι, 1, 77, 7, διὰ τὸν ἀπὸ Καρχηδονίων φόβον περιεστῶτα Ῥωμαίοις, 3, 16, 2, vgl. 3, 75, 8; οἱ περιεστῶτες καιροί, 3, 86, 7; auch ὁ περιεστὼς καιρὸς τὴν Αἰτωλίαν, 20, 9, 1; τὰ περιεστηκότα πράγματα, Lys. 2, 32. – 3) in eine andere, gew. schlechtere Lage hineingerathen, sich zum Schlechten ändern, um schlagen, ἐς τοῠτο περιέστη ἡ τύχη, Thuc. 4, 12; μηκυνόμενος ὁ πόλεμος φιλεῖ ἐς τύχας τὰ πολλὰ περιίστασϑαι, 1, 78; περιέστηκεν ἡ πρότερον σωφροσύνη, unsere frühere Besonnenheit hat sich geändert, 1, 32, worauf folgt νῠν ἀβουλία φαινομένη, und scheint nun Unklugheit zu sein; was D. Hal. 6, 43 nachahmt: περιέστηκεν ἡ δοκοῠσα ἡμῶν τοῠ κοινοῠ πρόνοια ἰδίᾳ πρὸς ἑκάτερον μέρος ἀπέχϑειαν φερομένη; und Plut. Graech. 14: καὶ περιέστηκεν ἡ Ῥωμαίων βουλὴ ϑρηνοῠσα καὶ συνεκκομίζουσα. Daher ἐνϑάδε τὸ ἐναντίον περιέστηκεν, Plat. Men. 70 c; auch ὥςτε περιστῆναι αὐτῷ μηδαμόϑεν ἄλλοϑεν τὴν σωτηρίαν γενέσϑαι, Menex. 244 d, so daß es mit ihm dahin kam, daß; περιέστηκεν ἐς τοῦτο, ὥςτε, Lycurg. 3, es hat sich dahin zum Schlechtern geändert; vgl. Isocr. Phil. 55 Pac. 59 Areopag. 81; φοβοῦμαι, μὴ τὸ πρᾶγμα εἰς τοὐναντίον περιστῇ, Dem. 25, 12, vgl. 3, 9; περιειστήκει τοῖς βοηϑείας δεήσεσϑαι δοκοῠσιν, αὐτοὺς βοηϑεῖν ἑτέροις, 18, 218; Pol. 1, 62, 5; τὸ τέλος τῆς δίκης ἐς τοῠτο περιέστη, Luc. Eun. 5; περιστήσεσϑαι τὰ ἡμέτερα ἐς τόδε ἀμηχανίας προςεδόκων, Iov. trag. 19. – Auch 4) auf die Seite treten, aus dem Wege treten, vermeiden, ἐκτραπήσομαι καὶ περιστήσομαι ὥςπερ τοὺς λυττῶντας τῶν κυνῶν, Luc. Hermot. 86, vgl. Soloec. 5; Sp. auch geradezu = fürchten, mit μή construirt, Ios. – Nahe bevorstehen, Jacobs Ach. Tat. p. 529, Lob. Phryn. 377.
-
3 περιιστημι
(aor. 1 περιέστησα, aor. 2 περιέστην - эп. περίστην, pf. περιέστᾰκα и περιέστηκα; pass.: aor. περιεστάθην - эп. περιστάθην)1) ставить кругом, расставлять кругом, располагать вокругπ. τινί τι Plat. — окружать что-л. чем-л.;μεγίστους κινδύνους π. τινι Polyb. — окружать кого-л. величайшими опасностями;π. κακά τινι Dem. — обрушивать на кого-л. несчастья;περιστησάμενος τῶν ξυστοφόρων κύκλον Xen. — расставив вокруг себя копьеносцев2) поворачивать, обращать, приводитьπ. τινὰ εἰς τοὐναντίον Plat. — приводить кого-л. к противоположному мнению;
π. λόγον εἰς ζήτησιν αἰτίας Plut. — направить обсуждение на разыскание причины;π. κύκλῳ Arst. — вращаться3) вменять, приписывать(τὰς συμφορὰς εἴς τινα Dem.)
4) (тж. π. κύκλῳ Her.) становиться вокруг, обступать, окружать(περίστησαν ἑταῖροι Hom.; ὄχλος περιεστώς NT.)
κῦμα περιστάθη Hom. — волны вздулись кругом;πολλὸς χορὸν περιΐσταθ΄ ὅμιλος Hom. — многолюдная толпа окружала хоровод;π. τῇ κλίνη Plat. — стоять вокруг ложа;π. λόφον στρατεύματι Xen. — окружить холм войском;φόβος περιέστη τέν Σπάρτην Thuc. — страх охватил Спарту;5) со всех сторон подступать, подбираться, угрожать6) приходить, переходитьἐνταύθα τὰ πράγματα περιέστηκε Isocr. — вот до чего дошло дело;
τοὐναντίον περιέστη αὐτῷ Thuc. — случилось обратное тому, (чего ожидал Никий);περιέστηκεν ἥ πρότερον σωφροσύνη νῦν ἀβουλία φαινομένη Thuc. — то, что прежде было благоразумием, представляется теперь опрометчивостью;ἐς τύχας περιΐστασθαι Thuc. — становиться игралищем случайностей;περιστήσεται τὸ κράτος εἴς τι Plut. — власть перейдет к кому-л.7) отворачиваться (от), т.е. избегать(λυττῶντας κύνας Luc.; med.: τέν ἀφροσύνην Sext.; τὰς κενοφωνίας NT.)
-
4 πολύς
πολύς, [dialect] Att. πολλή, πολύ; gen. πολλοῦ, ῆς, ou=; dat. πολλῷ, ῇ, ῷ; acc. πολύν, πολλήν, πολύ:—[dialect] Ion. [full] πολλός Anacr.43.3,Aπολλή, πολλόν Xenoph.9
, Democr.219, Hp.VM1, Herod.3.19; also in Trag., S.Ant.86, Tr. 1196; acc. πολλόν, πολλήν, πολλόν: Hdt. uses the [dialect] Ion. forms, but codd. haveπολύν 2.121
.δ, 3.57, v.l. in 6.125,πολύ 2.106
,3.38,6.72,7.46, 160 ( πολύ also in Heraclit.114, Democr. 244):—both sets of forms are found in [dialect] Ep., also gen. sg.πολέος Il.4.244
, etc.: nom. pl.πολέες 2.417
, al., once [var] contr.πολεῖς 11.708
; gen. πολέων (trisyll.) 5.691, (disyll.) 16.655; dat.πολέσι 10.262
,al.;πολέσσι 13.452
, al.;πολέεσσι 9.73
, Od.5.54, Hes.Op. 119, etc.; acc. πολέας (trisyll.) Il.3.126, etc., (disyll.) 1.559,2.4, Hes.Op. 580 (freq. with v.l. πολεῖς Il.15.66, etc.); in later [dialect] Ep. πολέες is used as fem., Call.Del.28, alsoπολέας Id.Dian.42
, A.R.3.21; neut.πολέα Q.S.1.74
(v. infr.):—[dialect] Ep. also have [full] πουλύς (once in Hes., Th. 190, also Thgn. 509, sts. fem. in Hom.,πουλὺν ἐφ' ὑγρήν Il.10.27
,ἠέρα πουλύν 5.776
), neut.πουλύ Od.19.387
; these forms are found in codd. of Hp. and Aret. (who uses πολύ, πουλύ and πολλόν in neut.), but not in Hdt.:— Lyr. and Trag. (lyr.) sts. use [dialect] Ep. forms, dat. sg. ; nom. pl.πολέες B.10.17
; neut. ; (fem., B.5.100); dat. pl. . [ῠalways.]I of Number, many, Il.2.417, etc.; ἐκ πολλῶν, opp. ἐξὀλίγων, Hes.Th. 447; τριηκόντων ἐτέων πόλλ' ἀπολείπων wanting many of thirty years, Id.Op. 696;παρῆσάν τινες, καὶ πολλοί γε Pl.Phd. 58d
;οὐ πολλοί τινες A.Pers. 510
: with Nouns of multitude,πουλὺς ὅμιλος Od.8.109
;πλῆθος πολλόν Hdt.1.141
;ἔθνος πολλόν Id.4.22
; later πουλὺ.. ἐπ' ἔτος many a year, AP6.235 (Thall.);π. ἦν ὁ καταπλέων Plb.15.26.10
; of anything often repeated,περὶ σέο λόγος ἀπῖκται π. Hdt.1.30
;πολλὸν ἦν τοῦτο τὸ ἔπος Id.2.2
, cf. 3.137, etc.;πολὺ.. τὸ σὸν ὄνομα διήκει πάντας S.OC 305
; often,D.
21.29; τοῦτο ἐπιεικῶς πολὺ νῦν ἐστι is fairly frequent, Luc.Hist.Conscr.15.2 of Size, Degree, Intensity, much, mighty, ὄμβρος, νιφετός, Il.10.6;π. ὕπνος Od.15.394
;πῦρ.. π. 10.359
; π. ὑμέναιος a loud song, Il.18.493; π. ὀρυμαγδός, ῥοῖζος, etc., 2.810, Od.9.315, etc.; π. ἀνάγκη strong necessity, E.Ph. 1674; π. γέλως, βοή, much or great, S.Aj. 303, 1149; μωρία ib. 745; ὄλβος, αἰδώς, A.Pers. 251, Ag. 948;ἀσφάλεια Th.2.11
; ἀλογία, εὐήθεια, Pl.Phd. 67e, Phdr. 275c, etc.b rarely of a single person, great, mighty,μέγας καὶ πολλὸς ἐγένεο Hdt.7.14
, cf. E.Hipp.1; ὁ π. σοφιστής, στρατηγός, Chor.p.23 B., Id.in Rev.Phil.1.68;ὁ πάντα π. Id.p.27
B.; ὁ πολύς alone, of Hippocrates, Gal.19.530; of Trajan, Lyd.Mag.2.28;ῥώμην σώματος πολύς D.H.2.42
.c joined with a Verb, Κύπρις γὰρ οὐ φορητός, ἢν πολλὴ ῥυῇ if she flow with full stream, metaph. from a river, E.Hipp. 443;θρασυνομένῳ καὶ πολλῷ ῥέοντι D. 18.136
; from the wind, ὡς π. ἔπνει καὶ λαμπρός was blowing strong and fresh, Id.25.57, cf. Ar.Eq. 760, AP11.49 (Even.): generally, with might or force,ὅταν ὁ θεὸς.. ἔλθῃ πολύς E.Ba. 300
;ἢν π. παρῇ Id.Or. 1200
;π. καὶ τολμηρὸς ἅνθρωπος D.40.53
: with part. and εἰμί, πολλὸς ἦν λισσόμενος was all entreaties, Hdt.9.91; ;Ἐτεοκλέης ἂν εἷς π... ὑμνοῖθ' A.Th.6
;π. ἐνέκειτο λέγων Hdt.7.158
;π. τοῖς συμβεβηκόσιν ἔγκειται D.18.199
; alsoπ. ἦν ἐν τοῖσι λόγοισι Hdt.8.59
;πρὸς ταῖς παρασκευαῖς Plb.5.49.7
;ἐπὶ τῇ τιμωρίᾳ D.S.14.107
: without a Prep.,π. ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής Aeschin.2.41
; π. μὲν γὰρ ὁ Φίλιππος ἔσται will be often mentioned, Id.1.166.3 of Value or Worth,πολέος δέ οἱ ἄξιος ἔσται Il.23.562
, cf. Od.8.405;πολλοῦ ἄξιος X.An.4.1.28
, etc.;πολλῶν ἄξιος Ar. Pax 918
; περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαί τι, Lat. magni facere, cf.περί A.
IV; ἐπὶ πολλῷ at a high price, D.8.53;ἐπὶ π. ἐρραθυμηκότες Id.1.15
; πολύ ἐστί τι it is worth much, of great conscquence, X.Oec.18.7.4 of Space, large, wide, π. χώρη, πεδίον, Il.23.520,4.244, etc.; πόντος, πέλαγος, Hes.Op. 635, S.Ph. 635;χῶρος πλατὺς καὶ π. Hdt.4.39
; λίμνη μεγάλη τε καὶ π. ib. 109;π. ἡ Σικελία Th. 7.13
;π. ἡ Ἑλλάς Pl.Phd. 78a
, etc.; πολλὸς ἔκειτο he lay outstretched wide, Il.7.156, cf. 11.307; π. κέλευθος a far way, A.Pers. 748 (troch.): withoutὁδός, πολλὴ μὲν εἰς Ἡράκλειαν.., πολλὴ δὲ εἰς Χρυσόπολιν.. X.An.6.3.16
: διὰ πολλοῦ, ἐκ πολλοῦ, v. infr. IV.5 of Time, long, (anap.), etc.;πολὺν χρόνον Il.2.343
, etc.;οὐ π. χρ. S.Ph. 348
, etc.; soπολλοῦ χρόνου Ar.Pl.98
;χρόνῳ πολλῷ S.Tr. 228
; διὰ πολλοῦ (sc. χρόνου) Luc.Nec.15;ἐκ πολλοῦ Th.1.58
, D. 21.41; πρὸ πολλοῦ long before, D.S.14.43;οὐ μετὰ πολύ Luc.Tox.54
; ἔτι πολλῆς νυκτός while still quite night, Th.8.101; πολλῆς ὥρας late in the day, Plb.5.8.3;ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35
;ἔτι ἔστιν ἡμέρα πολλή LXX Ge.29.7
.II Special usages:1 c. partit.gen., e.g. πολλοὶ Τρώων, for πολλοὶ Τρῶες, Il.18.271, etc.; neut., πολλὸν σαρκός, for πολλὴ σάρξ, Od.19.450: in Prose, the Adj. generally takes the gender of the gen.,τὸν πολλὸν τοῦ χρόνου Hdt.1.24
; τῆς γῆς οὐ πολλήν Th.6.7;τῆς ἀθάρης πολλήν Ar.Pl. 694
;πολλὴν τῆς χώρας X.Cyr. 3.2.2
;ὁ π. τοῦ λόγου D.44.6
; v. infr. 3.2 joined with another Adj.,πολλὰ δυστερπῆ κακά A.Ch. 277
, cf. 585 (lyr.), etc.: more freq. joined to another Adj. by καί, πολέες τε καὶ ἐσθλοί many men and good, Il.6.452, etc.;πολέες τε καὶ ἄλκιμοι 21.586
;πολλὰ καὶ ἐσθλά Od.2.312
; παλαιά τε πολλά τε ib. 188;ἄκοσμά τε π. τε Il.2.213
;πολλαί γε.. καὶ ἄλλαι Hes.Th. 363
;π. τε καὶ κακά Hdt.4.167
, etc.;π. κἀγαθά Ar.Th. 351
(butπ. ἀγαθά IG12.76.45
);π. καὶ ἀνόσια Pl.R. 416e
;π. καὶ μακάρια Id.Plt. 269d
;π. καὶ πονηρά X.Mem.2.9.6
;πολλά τε καὶ δεινά Id.An.5.5.8
;μεγάλα καὶ π. D.36.22
; π. καὶ καλοὺς (s.v.l.) κινδύνους, π. καὶ καλὰ παραδείγματα, Din.1.109.3 with the Art. (in Hom. without the Art., Il.2.483, 5.334, 22.28), of persons or things well known, Ἑλένα μία τὰς πολλάς, τὰς πάνυ π. ψυχὰς ὀλέσασ' those many lives, A.Ag. 1456 (lyr.), cf. S.OT 845, Th.3.87, Pl.Phd. 88a, Ti. 54a, Act.Ap.26.24: with abstract Nouns,τᾶς πολλᾶς ὑγιείας A. Ag. 1001
(lyr., dub.); numbers,Hdt.
1.136.b οἱ π. the many, i.e. the greater number,Ἀθηναῖοι.. ἀπῆλθον οἱ πολλοί Th. 1.126
, cf. 3.32, etc. (so in sg., ὁ πολλὸς λόγος the prevailing report, Hdt.1.75);τοῖς π. κριταῖς S.Aj. 1243
: with gen., τοῖς π. βροτῶν ib. 682;οἱ π. τῶν ἀνθρώπων X.Cyr.8.2.24
; far the most,Hp.
Aër.20 (v.l. μάλιστα for ἅπαντες); for τὰ πολλὰ πάντα, v. infr. 111.1a: hence οἱ πολλοί the people, the commonalty, opp. οἱ μείζω κεκτημένοι, Th.1.6; opp. οἱ κομψότεροι, Pl.R. 505b; οἱ π., = Lat. plebs, D.S.20.36; τῶν πολλῶν εἷς one of the multitude, D.21.96; alsoὁ π. λεώς Luc.JTr.53
, cf. Rh.Pr.17;ὁ π. ὅμιλος Id.Luct.2
. Hdn.1.1.1, etc.;ὁ π. δῆμος Luc.Apol.15
;ὁ π. ὄχλος Ph. 2.4
; ὁ π. alone, = vulgus, v.l. in D.S.2.29; the ordinary man, Epicur.Fr. 478, Phld.Rh.2.154S.;νίμμα ὁ π. λέγει, ἡμεῖς ἀπόνιπτρον λέγομεν Phryn.170
, cf.369; ὁ ἐμπαθὴς καὶ π. ἄνθρωπος 'l'homme moyen sensuel', Herm.in Phdr.p.146A.; ὁ π. ἄνθρωπος (with pl. Verb) the average man, opp. τὸ ἐξαίρετον, Eun.Hist.p.216 D.c τὸ πολύ, c. gen.,τῆς στρατιῆς τὸ πολλόν Hdt.8.100
;τὸ π. τοῦ χρόνου Hp.
Aër. 20;τῶν λογάδων τὸ π. Th.5.73
;τῶν ὅπλων τὸ π. Pl.Plt. 288b
; alsoὁ στρατὸς ὁ πολλός Hdt.1.102
;ἡ δύναμις ἡ π. Th.1.24
; ὁ π. βίοτος the best part of life, S.El. 185 (lyr.).d the most,Od.
22.273, and perh. 2.58, 17.537 (elsewh. in Hom. πολλά, as Subst., means much riches, great possessions, Il.11.684, Od.19.195);τὰ π. τοῦ πολέμου Th.2.13
; πρὸς τὸ τῶν π. μέγεθος in regard to the size of the average, Arist.Rh. 1363b11.4 pl. πολλά very much, too much, πολλὰ πράσσειν, = πολυπραγμονεῖν, E.Supp. 576, Ar.Ra. 228;π. ἔπαθεν Pi.O.13.63
, etc.; π. ἔρξαι τινά to do one much harm, A. Th. 923 (lyr.).5 πολλάς with Verbs of beating ( πληγάς being omitted), v. πληγή 1.6 πολύς repeated, , cf. A.Supp. 451; , etc.; πολλοῦ πολύς, v. infr. 111.1b: with Advbs. πολλάκις, πολλαχῇ, etc. (qq. v., cf. 111.1 e).III Adverbial usages:a neut. πολύ ([dialect] Ion. πολλόν) , πολλά, much,πόλλ' ἀεκαζομένη Il.6.458
, etc.; strengthd.,μάλα πολλά 8.22
, al.;πάνυ πολύ Pl.Alc.1.119c
; ; esp. of repetition, often, Il.2.798, Od.13.29, Hes.Op. 322; so of earnest commands and entreaties, πολλὰ κελεύων, πόλλ' ἐπέτελλον, πολλὰ λισσομένη, πολλὰ μάλ' εὐχομένω, Il.5.528, 11.782, 5.358, 9.183: with the Art., for the most part,Pl.
Prt. 315a, etc. (but with numerals, at most, Vett. Val.9.5);ὡς τὸ π. X.Mem.1.1.10
, etc.;τὰ πολλά Th.1.13
, 2.11,87, etc.;ὡς τὰ π. Id.5.65
, etc.;τὰ π. πάντα Hdt.1.203
, 2.35, 5.67.b of Degree, far, very much,ἀπέφυγε πολλὸν τοὺς διώκοντας Id.6.82
: also abs. gen. πολλοῦ very,θρασὺς εἶ πολλοῦ Ar.Nu. 915
, cf. Eup.74;πολλοῦ δύνασθαι Alciphr.1.9
(s.v.l.); πολλοῦ πολύς, πολλὴ πολλοῦ, much too much, Ar.Eq. 822,Ra. 1046.c of Space, a great way, far,οὐ πολλόν Hdt.1.104
;πολὺ οὐκ ἐξῄεσαν Th.1.15
, etc.d of Time, long,ὡς πολλὸν τοῦτο ἐγίνετο Hdt.4.126
, cf. 6.129.e of Probability, ἐὰν πολλὰ πολλῶν τέκῃς, perh. = ἐὰν πολλάκις τέκῃς,POxy. 744.9 (i B.C./i A.D.);ἐάν τι πολλὰ πολλάκις πάθω Ar.Ec. 1105
.2 πολύ is freq. joined with Adjs. and Advbs.,a with a [comp] Comp. to increase its comp. force, πολὺ μεῖζον, πολλὸν παυρότεροι, Il.1.167, Od.14.17; πολὺ μᾶλλον much more, Il.9.700; πολύ τι μᾶλλον f.l. in D.H. Comp.4 (p.22 U.-R.): with words, esp. Preps., between πολύ and its Adj., π. ἐν πλέονι, π. ἐπὶ δεινοτέρῳ, Th.1.35, Pl.R. 589e;πολὺ ἔτι ἐκ λαμπροτέρων Id.Phd. 110c
;π. σὺν φρονήματι μείζονι X.An.3.1.22
, cf.3.2.30, Smp.1.4 (but the Prep. freq. comes first,ἐκ π. ἐλάττονος And.1.109
, etc.); so πολλῷ is freq. used with the [comp] Comp., by far, A.Pr. 337, Hdt. 1.134, etc.;π. μᾶλλον S.OT 1159
, Pl.Phd. 80e; οὐ πολλῷ τεῳ ἀσθενέστερον not a great deal weaker, Hdt.1.181, cf. 2.48,67, etc.: πολύ with all words implying comparison, πολὺ πρίν much sooner, Il.9.250;π. πρό 4.373
: with the comp. Verbφθάνω, ἦ κε πολὺ φθαίη 13.815
; so πολὺ προβέβηκας ἁπάντων, πολὺ προμάχεσθαι ἁπάντων, 6.125, 11.217;προὔλαβε πολλῷ Th.7.80
: with βούλομαι, = prefer,ἡμῖν πολὺ βούλεται ἢ Δαναοῖσι νίκην Il.17.331
, cf. Od.17.404; πολύ γε in answers, after a [comp] Comp. or [comp] Sup., ἀργὸς.. γενήσεται μᾶλλον; Answ. , cf. 387e, etc.b with a [comp] Sup., πολὺ πρώτιστος, πολλὸν ἄριστος, far the first, etc., Il.2.702, 1.91, etc.;προθυμία π. τολμηροτάτη Th.1.74
, etc.;πολλόν τι μάλιστα Hdt.1.56
;π. δή, π. δὴ γυναῖκ' ἀρίσταν E.Alc. 442
(lyr.), cf. Ar.Av. 539, Archestr.Fr.34.9; alsoπολλῷ πλεῖστοι Hdt.5.92
.έ, 8.42;π. μεγίστους Id.4.82
.c with a Positive, to add force to the Adj.,ὦ πολλὰ μὲν τάλαινα, πολλὰ δ' αὖ σοφή A.Ag. 1295
; alsoἐς πόλλ' ἀθλία πέφυκ' ἐγώ E.Ph. 619
(troch.);πολὺ ἀφόρητος Luc.DMeretr. 9.3
; cf. πλεῖστος.IV with Preps.,1 διὰ πολλοῦ at a great interval of Space or Time, v. διά A.1.5, 11.2.4 ἐπὶ πολύ,a over a great space, far,οὐκ ἐπὶ πολλόν Hdt.2.32
; ἐπὶ π. τῆς θαλάσσης, τῆς χώρας, Th.1.50,4.3, etc.; to a great extent, Id.1.6,18,3.83; cf.ποιέω B.11.2
.b for a long time, long, Id.5.16;τῆς ἡμέρας ἐπὶ π. Id.7.38
, cf. 39.cὡς ἐπὶ π.
very generally,Id.
1.12 (v.l.), Archyt. ap. Stob.3.1.195;ὡς ἐπὶ τὸ π.
for the most part,Th.
2.13, Pl.Plt. 294e, etc.;μὴ καθ' ἓν ἕκαστον, ἀλλ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Isoc.4.154
;τό γ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Id.8.35
.6 περὶ πολλοῦ, v. supr. 1.3.7 πρὸ πολλοῦ far before,τῆς πόλεως D.H.9.35
; also of Time, οὐ πρὸ π. not long before, Id.5.62.8 σὺν πολλῷ in no small degree, only too much or too well, Hld.2.8,9.20, 10.9 (cf. CR41.53).
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский